29 Ιουνίου 2009

Μία τίγρη με ιλαρά βόα είχε φίλο κοιλαρά!( Ο έρωτας εκτός από τυφλός μπορεί να γίνει και επικίνδυνος!)

Μία τίγρη με ιλαρά

βόα είχε φίλο κοιλαρά!

Μέσα στη ζούγκλα μαζί γυρνούσαν

και τα ζωάκια τρομοκρατούσαν.

Tο ηλιοβασίλεμα μαζί,

θαύμαζαν για μια ζωή

και κάθε νύχτα αγκαλιά,

όνειρα έβλεπαν τρελά!

Η τίγρη πως είναι θαλασσοπόρος

κι ο βόας ωραίος αεροπόρος!

Ταξίδια πως κάνουν μακρινά,

σε θάλασσες κι άγρια βουνά.

Η τίγρη πως κάνει ιστιοπλοΐα

κι ο βόας ωραία ιχνογραφία!

Πως όλα τα ζώα τους θαυμάζουν,

δυνατά ζητωκραυγάζουν!

Μα έβλεπαν κι όνειρα κακά,

τρομαχτικά , εφιαλτικά.

Έβλεπαν θηριοδαμαστές ωραίους,

λυγερούς και θαρραλέους,

μέσα στη ζούγκλα να γυρίζουν,

τους φίλους τους να φυλακίζουν

Κι όταν ξυπνούσαν το πρωί,

τι όμορφη πάλι η ζωή!

Χωρίς θηριοδαμαστές,

κλουβιά, αλυσίδες, φυλακές,

χωρίς φωνές εφιαλτικές.

Κι έπιαναν πάλι το κρυφτό,

τις τούμπες, το κυνηγητό.

Μα μία μέρα του Ιούνη,

που δεν πετούσε ούτε ζουζούνι,

μέσα στη ζούγκλα την πυκνή,

φτάνουνε πέντε κυνηγοί.

Κι ένας θηριοδαμαστής ωραίος,

λυγερός και θαρραλέος,

που όλη μέρα σε κλουβιά

μπαινοβγαίνει με θεριά.

Περπατάει με καμάρι,

του αρέσει το θυμάρι,

έχει θείο στη Μονζαβίκη

και σόι στη Θεσσαλονίκη.

Τρέχουν τα ζώα να κρυφτούν,

απ’ τη σκλαβιά για να σωθούν.

Τρέχει κι ο βόας ο κοιλαράς,

την τίγρη ψάχνει ο φουκαράς.

Μέσα σε θάμνους, πίσω από βράχια,

ρωτάει μέχρι και τα βατράχια!

Βόα μου είναι ν’ απορείς….

Μόνο με θαύμα θα τη βρεις!

Σ’ ένα καθρέφτη εκεί μπροστά,

κάθεται η τίγρη και κοιτά.

Όνειρα κάνει και γελά,

έχει ερωτευτεί τρελά.

Το θηριοδαμαστή το νέο,

το λυγερό και θαρραλέο,

που όλη μέρα σε κλουβιά

μπαινοβγαίνει με θεριά.

«Πώς αυτός θα με προσέξει,

ευθύς στο πλάι μου θα τρέξει;

Να βάλω παπούτσια με τακούνια;

Ή στα κλαδιά να κάνω κούνια;

Να κατσαρώσω τα μαλλιά;

Ή φιόγκους να βάλω στην ουρά;

Μακριά του δε θ’ αντέξω!

Στο πλάι του ευθύς θα τρέξω!»

Και παρατάει τα στολίδια,

φιόγκους, καθρέφτες, δαχτυλίδια,

αρχίζει γρήγορα να τρέχει,

λαχτάρα μεγάλη τώρα έχει!

Ψάχνει το θηριοδαμαστή το νέο,

το λυγερό και θαρραλέο,

που όλη μέρα σε κλουβιά

μπαινοβγαίνει με θεριά.

Ψάχνει μέσα σε σπηλιές,

σε ιπποπόταμων φωλιές.

Ψάχνει πίσω από τα βράχια,

μέσα σε βάλτους με βατράχια.

Ώσπου σε μια στιγμή εκεί,

μέσα στη ζούγκλα την πυκνή,

βλέπει το θηριοδαμαστή το νέο,

το λυγερό και θαρραλέο,

ζωάκια να ψάχνει να φυλακίσει,

μ’ αυτά στο τσίρκο να γυρίσει.

Φωνή η τίγρη βγάζει μεγάλη

και τρέχει στη δική του αγκάλη!

Τη βλέπει ο θηριοδαμαστής ο νέος,

ο λυγερός και θαρραλέος,

αφήνει αλυσίδες και κλουβιά

και σκαρφαλώνει σε κλαδιά,

απ’ το θεριό για να γλιτώσει

και τη ζωούλα του να σώσει!

Μα η τίγρη είναι πάντα εκεί,

όπου αυτός και να κρυφτεί.

Πίσω απ’ του ελέφαντα τ’ αυτιά,

τον βρίσκει και τον κυνηγά!

Μες σε κροκόδειλου το στόμα,

μέσα σε τρύπες, κάτω απ’ το χώμα,

πάνω σε πουλιών φωλιές,

πίσω από λιονταριών ουρές,

η τίγρη είναι πάντα εκεί,

τον βρίσκει κι όλο απορεί:

«Τι έχει πάθει κι όλο τρέχει;

Μήπως μαζί μου κάτι έχει;»

Κι ο θηριοδαμαστής ο νέος,

ο λυγερός και θαρραλέος,

που όλη μέρα σε κλουβιά

μπαινοβγαίνει με θεριά,

απ’ την τρομάρα τη μεγάλη,

τρέχοντας πάει στη Σενεγάλη.

Τη δουλειά του πια αφήνει

και ιχθυοπωλείο στήνει!

Έτσι από θηριοδαμαστής, ο νέος,

ο λυγερός κι ο θαρραλέος,

ιχθυοπώλης είναι πια

και κόλλησε και ιλαρά!

Τα ψαράκια του πουλάει

και τα βράδια τραγουδάει,

για μια τίγρη ερωτευμένη, που

μες στη ζούγκλα ακόμη μένει.

Δεν έχει πλέον ιλαρά

και με βόα κοιλαρά,

παίζουνε κυνηγητό, μήλα

σκοινάκι και κρυφτό.

Και τις νύχτες αγκαλιά,

όνειρα βλέπουνε τρελά!

(Κάτι ανάλαφρο, όπως πρέπει να είναι το καλοκαίρι. Καλό καλοκαίρι σε όλους!!!)